5480 - Ορφανά περιστέρια
Ν. Λυγερός
Σ’ εκείνη την πλατεία
ποιος πρόσεχε δειλά
τα ορφανά περιστέρια
που έψαχναν τα ψίχουλα;
Ένα βουβό παιδί
τραγουδούσε τα χρώματα
μιας άλλης ζωής του πόνου
όπου έσταζε ουρανό.
Και τα μάτια δεν έκλαιγαν
γιατί για πρώτη φορά
ένα περιστέρι ήρθε πάνω του
για να τσιμπήσει το κεφάλι του.
Ήταν το πρώτο χάδι
σ’ αυτή την άσπρη μέρα
κοντά στη θάλασσα
που δεν βρωμούσε πια.