594 - Οι δύο γραμμούλες
Ν. Λυγερός
[Δύο γέροι, στο σπίτι τους, στην Αγία Τριάδα… Ο άντρας κρατά ένα γαλάζιο τετράδιο και η γυναίκα καθαρίζει αμύγδαλα…]
Δήμητρα: Τον σημείωσες κι αυτόν;
Δημήτρης: Ναι πέρασε κι αυτός… [Χρόνος]
Δήμητρα: Τον ήξερες;
Δημήτρης: Όχι, τώρα τον έμαθα…
Δήμητρα: Δάκρυσαν τα μάτια σου…
Δημήτρης: Πάντα δακρύζουν…
Δήμητρα: όταν σβήνει ένας δικός μας.
Δημήτρης: Τώρα έγινε δικός μας! [Χρόνος] Πριν ήταν ένας άγνωστος…
Δήμητρα: Πριν ήταν ένα όνομα, τώρα είναι μια γραμμή… [Χρόνος]
Δημήτρης: Μια γαλάζια γραμμή!
Δήμητρα: Σημασία δεν έχει το χρώμα μα η γραμμή…
Δημήτρης: Κι όμως το χρώμα…
Δήμητρα: Ποιο χρώμα;
Δημήτρης: Το χρώμα του αόρατου είναι η ουσία… [Σιωπή] Γιατί καθαρίζεις αμύγδαλα εφόσον δεν μπορούμε να τα φάμε;
Δημήτρης: Για τους δικούς μας που θα επισκεφθούν…
Δημήτρης: Δε θα έρθουν πια…
Δήμητρα: [Ανήσυχα] Μα γιατί; [Χρόνος] Τι κάναμε;
Δημήτρης: Γίναμε ζωντανά νεκροταφεία…
Δήμητρα: Και τα παιδιά μας; Τα ξέχασες;
Δημήτρης: Εκείνα μας ξέχασαν!
[Η Δήμητρα σιγοκλαίει… Σταμάτησε να καθαρίζει τα αμύγδαλα…]
Δήμητρα: [Κοιτάζοντας μια παλιά φωτογραφία ενός νέου] Μόνον εκείνος δε μας ξέχασε.
Δημήτρης: Η αγνοούμενή μας μνήμη…
[Κάποιος κτυπά την πόρτα του σπιτιού τους… Η Δήμητρα κρύβει τα αμύγδαλα και ο Δημήτρης το γαλάζιο τετράδιο.]
Δήμητρα: Ήρθαν…
Δημήτρης: Ποιοι;
Δήμητρα: Οι δικοί μας… [Χρόνος] Είδες δε μας ξέχασαν…
[Ο Δημήτρης πάει ν’ ανοίξει την πόρτα… Κοιτάζει αριστερά και δεξιά, δε βλέπει κανένα… Ξανακλείνει την πόρτα…]
Δημήτρης: Δεν ήρθε κανείς!
Δήμητρα: [Απογοητευμένη] Μα κάποιος…
Δημήτρης: Ένας θεός ξέρει!
Δήμητρα: Αν ήξερε ο θεός ότι είμαστε τόσο μόνοι δε θα ερχόταν να χτυπούσε την πόρτα μας;
Δημήτρης: Ακόμα κι ο θεός θέλει βοήθεια… [Σιωπή]
Δήμητρα: Εγώ ήθελα μόνο να προσφέρω τα αμύγδαλα μου… Τίποτα άλλο.
Δημήτρης: Αν θες να δούμε μια ψυχή εδώ, καλύτερα να τα φυτέψεις…
[Η Δήμητρα σηκώνεται, παίρνει τα αμύγδαλα που είχε κρύψει και βγαίνει έξω. [Γυρίζει μετά από λίγο]
Δήμητρα: Τα φύτεψα… [Σιωπή] Θα περιμένω την άνοιξη…
Δημήτρης: Εκείνη μας περιμένει ήδη…
Δήμητρα: Κι αν δεν την προφθάσουμε;
Δημήτρης: Θα μας ευχαριστήσει η γη μας…
Δήμητρα: Και ποιος θα ‘ρχεται να βλέπει τη γη μας αν πεθάνουμε κι εμείς;
Δημήτρης: Μην ανησυχείς, δε θα πεθάνουμε γλυκιά μου.
Δήμητρα: Μα γιατί;
Δημήτρης: Έχουμε ήδη πεθάνει… για τους άλλους.
Δήμητρα: Τότε βάλε μια γαλάζια γραμμή πάνω στ΄ όνομά μου και θα βάλω κι εγώ μια στο δικό σου…
[Ανοίγουν το γαλάζιο τετράδιο και βάζουν ο καθένας μια γραμμή στο όνομα του άλλου και κλαίνε αγκαλιασμένοι.]