1719 - Ο θρύλος του ανύπαρκτου λαού
Ν. Λυγερός
Εκείνη την ημέρα έκανε πολύ κρύο. Δεν δίστασαν όμως… Έπρεπε να διαβάσουνε τα αρχεία της βιβλιοθήκης. Ήταν ο μόνος τρόπος… Στην αυλή, ένα τεράστιο χέρι κρατούσε ένα ψάρι. Πιο πέρα, ένας μικρόσωμος άντρας ήταν καθισμένος σ’ ένα παγκάκι ανάμεσα σε ανοικτά βιβλία. Η πόρτα ήταν κλειστή. Άνοιγε μόνο στις δέκα, στις δέκα ακριβώς. Ήταν μόνοι τους με τα δύο αγάλματα. Το χιόνι είχε καλύψει τα πάντα. Σκέφτηκαν ότι το έργο της λήθης δεν σταματούσε ποτέ. Αν και παράλογο, το άγαλμα του ερευνητή είχε τις αληθινές διαστάσεις. Ο ίδιος ο Newton δεν έλεγε ότι είμαστε νάνοι πάνω στους ώμους γιγάντων; Τώρα έβλεπαν το ζωντανό του σύμβολο. Η πόρτα άνοιξε. Ανέβηκαν γρήγορα τα σκαλοπάτια, μα ώσπου να φτάσουν στον πρώτο όροφο, οι φύλακες είχαν πάρει ήδη τις θέσεις τους. Τους περίμεναν. Έπρεπε να δώσουν όλα τα στοιχεία τους, δεν μπορούσαν να πάρουν τίποτα μαζί τους, μόνο το τετράδιο και μολύβια, αλλιώς δεν θα τους επέτρεπαν την είσοδο στην αίθουσα των χειρογράφων. Όταν τέλειωσε τη δουλειά της η γραφειοκρατία της βιβλιοθήκης, διέσχισαν έναν μεγάλο διάδρομο με πίνακες. Η πόρτα των αρχείων δεν ήταν κλειστή. Είχαν περάσει στον άλλο κόσμο, στον κόσμο των ξεχασμένων γραμμάτων. Είχαν φτάσει. Μπορούσαν ν’ αρχίσουν επιτέλους. Είδαν μερικά άτομα. Όμως κανείς δεν τους μίλησε. Η σιωπή κυριαρχούσε σε όλο τον χώρο. Έπρεπε να βρουν δίχως να ρωτήσουν. Επέλεξαν δύο θέσεις, άναψαν τους φακούς και άφησαν το κόκκινο τετράδιο με τα μολύβια. Έψαχναν τον κατάλογο των επιστολών. Μόνο δύο άτομα ήξεραν ότι βρίσκονταν στη βιβλιοθήκη. Αν πέθαιναν και αυτά, θα γίνονταν ένα με τα χειρόγραφα. Όλα ξεκίνησαν σε μία άλλη βιβλιοθήκη όταν εξέταζαν ένα έγγραφο του Descartes. Μέσα σε αυτό, ήταν γραμμένο για πρώτη φορά το Cogito ergo sum. Όμως ένα άλλο χέρι είχε προσθέσει μία σβησμένη λέξη που ανέτρεπε όλο το σκεπτικό του φιλόσοφου. Εκ πρώτης όψης, η λογική ήταν παράλογη. Εκφραζόταν κάποιος που δεν υπήρχε. Όμως ακόμα και το σβησμένο ίχνος, παραμένει ίχνος. Άρα το πρόβλημα ήταν αν δεν υπήρξε ή αν δεν υπήρχε πια. Το παράλογο είχε μετατραπεί σε παράδοξο που είχε το ύφος του Gödel. Και τώρα έψαχναν τον γενικό κατάλογο του συστήματος. Το πρόβλημά τους ήταν η πληρότητα διότι υπήρχαν και τα δύο θεωρήματα. Όμως ποιο να επιλέξουν ως μοντέλο της συγκεκριμένης περίπτωσης; Ο γενικός κατάλογος ήταν κρυμμένος μέσα σ’ ένα πράσινο κουτί. Κοίταξαν γύρω τους, κανείς δεν τους πρόσεξε. Άνοιξαν το περίπλοκο κουτί. Εμπεριείχε όλα τα ονόματα των μαθηματικών που είχαν αφήσει τα χειρόγραφά τους στη βιβλιοθήκη του παρελθόντος. Βρήκαν τα δύο ονόματα που έψαχναν, το ένα στην αρχή του καταλόγου, το άλλο προς το τέλος. Άνοιξαν προσεχτικά τα διπλωμένα χαρτιά, όμως κανένας δεν είχε προβλέψει αυτό που διάβασαν. Οι επιστολές υπήρχαν, αλλά μ’ έναν παράξενο τρόπο. Σε κάθε επιστολή αντιστοιχούσε ένας κώδικας που επέτρεπε τον εντοπισμό της στο αρχείο των χειρογράφων. Όμως στις δύο συγκεκριμένες επιστολές είχαν προστεθεί δύο ημερομηνίες, οι οποίες έδειχναν ότι μόνο μετά από πολλά χρόνια θα μπορούσαν να τις διαβάσουν. Αυτό έλεγε η ρήτρα.