9771 - Φωτιά στο θέατρο (με Β. Ευαγγελίου)
Β. Ευαγγελίου, Ν. Λυγερός
Ημίφως στη σκηνή. Ακούγονται φωνές.
– Πήρε το Άπειρο φωτιά! Τρέξε φίλε, τρέξε!
– Πρέπει να εκκενώσουμε το χώρο! Φύγαμε!
Τρέχουν και φεύγουν από τη σκηνή, από τα αριστερά της. Και μετά από λίγο μπαίνουν πάλι τρέχοντας από τα δεξιά της σκηνής, κρατώντας 2 μπαλόνια.
– Το δικό σου έχει νερό και το δικό μου ανάσες. Τι προβλέπεται σε μία τέτοια πυρκαγιά;
– Πύρ και μανία!
– Ίσως απόψε να καεί το άπειρο! Άντε τι κάθεσαι! Όποτε σκέφτεσαι φωτιά, σε πιάνει ένας φόβος. Φοβάσαι πάντα, μην προλάβει και τη σβήσει άλλος από σένα;
– Όχι, απλώς σκέφτομαι τον Προμηθέα και κοιτάζω πού είναι το φως!
– Και μάλλον τον σκέφτεσαι πολύ συχνά, γι’ αυτό και είσαι τόσο συνετός και προνοητικός. Λες να είναι συγγενής του, αυτός που θα μας χαρίσει το σβήσιμο;
– Ένας άλλος Τιτάνας; Αν είναι ο Επιμηθέας, άστον καλύτερα, ειδικά αν σου φέρει ένα κουτί.
– Κι αν είναι ο Άτλας με μία μπάλα;
– Θα φωνάξουμε τον Ηρακλή, κάτι θα σκαρώσει πάλι!
– Τόση ώρα μυθολογάμε και θα καεί το πελεκούδι!
– Έχεις δίκιο, άντε του δίνουμε, ελπίζω αυτό το θέατρο να λέγεται: Fenice.
– Λες δηλαδή, πως μπορεί το άπειρο να έφτασε σε μία ηλικία που θεώρησε πως πρέπει να παραδοθεί στην φλόγες του για αναγέννηση;
– Αλλιώς η έννοια του θα ήταν κενή!
– Σε 3 μέρες από σήμερα θα ξέρουμε σίγουρα!
– Είσαι πάντα της ακρίβειας, ακόμα και φτωχός…
– Φτωχός και με τα πιο πλούσια συναισθήματα να τα τρέφω για σένα..
– Έτσι είναι η φιλία, μία ψυχή σε δύο σώματα, έλεγε ένα παγκάκι στο Θησείο.
– Ένα άλλο έλεγε, πως η φιλία κρίνεται, από το πόσες νύχτες ζεις, με τις λέξεις του φίλου σου..
– Μα γιατί να μην μετρούν και οι μέρες;
– Μόνο οι Αλκυονίδες.
– Δεν είδες ότι έπιασαν φωτιά τα μπατζάκια μας;
– Εδώ πήρε φωτιά ο κώλος μου!
Και αρχίζουν να τρέχουν προς την έξοδο του θεάτρου.