7529 - Αλυσίδα νησιών
Ν. Λυγερός
Οι χάρτες του μαθητή έδειχναν την αλυσίδα νησιών κι όχι μόνο την μοναδικότητα. Τα ίχνη του συνόλου του Georg Kantor ήταν και πάλι μαζί τους. Η ανθεκτικότητα του Αιγαίου δεν σταματούσε εκεί που νόμιζαν όλοι. Οι ιππότες που είχαν έρθει από το νησί της Κύπρου το είχαν ανακαλύψει εδώ κι αιώνες. Κι η αλυσίδα δεν έπρεπε να σπάσει ακόμα κι αν τη χτυπούσαν τα τσεκούρια. Δεν ήταν θέμα αρχής, αλλά αξίας. Το σπαθί κι η πέτρα ζούσαν μέσα στη θάλασσα πάνω στα νησιά. Βέβαια ο μαθητής δεν έβλεπε τα ίδια και μετρούσε με ακρίβεια τις αποστάσεις, ακολουθώντας τις οδηγίες του δασκάλου. Σιγά σιγά καταλάβαινε καλύτερα τις επιπτώσεις των διαγραμμάτων Voronoi και της τριγωνοποίησης Delaney, ένιωθε όμως ότι εδώ τα πράγματα ήταν διαφορετικά και το συνειδητοποίησε όταν του αποκάλυψε ο δάσκαλος τον πρώτο φασματικό χάρτη. Η αλυσίδα δεν ήταν μία αφηρημένη έννοια, αλλά μία αφαιρετική. Το αόρατο ήταν το φυσιολογικό πεδίο της στρατηγικής εδώ κι αιώνες. Οι άνθρωποι όμως ήταν πάντα οι ίδιοι και δίχως τα τέρατα, έπεφταν θύματα των κτηνών που επιδίωκαν να τους εξαφανίσουν. Μόνο που η αλυσίδα των δασκάλων δεν είχε σπάσει και προστάτευε τα λιμάνια της ανθρωπότητας. Αυτές οι έννοιες είχαν αρχίσει να εμπεδώνονται από τους μαθητές του και καταλάβαιναν όλο και περισσότερο τις ευθύνες τους απέναντι στους ανθρώπους. Δεν είχαν αναγνωρίσει την αξία του εφήμερου και πίστευαν ακόμα σε μία αρχέγονη έννοια μίας παράλογης αθανασίας. Δεν ήξεραν καλά καλά για τον εκατονταετή πόλεμο, πώς να τους μιλήσει για τα χίλια χρόνια. Και πού να φανταστούν ότι αυτά είναι μία ανάσα μέσα στο χρόνο. Κι όμως ο μύθος της γαλάζιας βελανιδιάς υπήρχε ήδη. Τι άλλο μπορούσε να κάνει για να συνειδητοποιήσουν την αξία του αγώνα; Η απάντηση ήταν απλή. Τίποτα άλλο. Αυτοί έπρεπε να μάθουν. Κι αν δεν ήταν οι επόμενοι, θα ήταν οι μεθεπόμενοι. Σημασία είχε το έργο για την ανθρωπότητα, όχι ποιος το κατανοούσε. Δεν ήταν η πρώτη φορά που αντιμετώπιζε το πρόβλημα και δεν θα ήταν ούτε η τελευταία. Κάθε δάσκαλος το ήξερε. Ήταν τα προαπαιτούμενα της αποστολής τους. Κοίταξε τη φωτιά μέσα στο τζάκι και θυμήθηκε τους δικούς του που δεν απαρνήθηκαν τίποτα. Τα βασανιστήρια δεν τους είχαν γονατίσει κι ο σταυρός δεν είχε λυγίσει. Η φωτιά δεν μπορούσε να κάψει το φως. Η διακλάδωση το είχε αποδείξει πάμπολλες φορές, κάθε φορά που είχαν κοπεί οι γλώσσες και καεί τα χέρια. Έσφιξε τα δάκτυλά του. Το πιάνο θα περίμενε μια άλλη εποχή. Τώρα έπρεπε να τους προετοιμάσει, αλλιώς τα νησιά θα έπεφταν κι η σκόνη θα γινόταν στάχτη. Έπρεπε να μιλήσει με το δικό του από τον μαύρο κήπο. Αλλιώς πώς θα τους μάθει να πεθάνουν, για να επιστρέψουν πάλι την ώρα της δράσης. Εκείνος όμως δεν απάντησε. Η γέφυρα ήταν επικίνδυνη. Λίγοι κατάφερναν να την περάσουν, για να δουν τον αληθινό αγώνα, πέρα από τις τοπικές μάχες.