605 - Στα χείλη του κόσμου
Ν. Λυγερός
Όταν ξημέρωσε ο κόσμος
στάθηκες στην άκρη του
έκοψες ένα λουλούδι
και μου το χάρισες…
Με μια στιγμή,
έδωσες το στίγμα
του φωτός της νύχτας
κι άνοιξες την πληγή.
Δεν ήξερα τ’ όνομά του
μόνον οι πέτρες ήξεραν το δικό μου.
Χίλια χρόνια έζησα
μα πρώτη φορά μ’ άγγιξε
η μυθολογία των λουλουδιών,
ο θρύλος του εφήμερου.
Ακόμα και η πέτρα του αιώνα
ένιωσε τη δροσιά της ζωής.
Όλα περίμεναν τη νύχτα,
όλα περίμεναν τη μέρα,
όλα ήταν μια στιγμή,
μια στιγμή που διάλεξες
μες στην αιωνιότητα.
Πάνω στον ωκεανό,
κάτω από τον ουρανό,
κάρφωσες τον κόσμο
του ορίζοντα,
το φιλί σου.