595 - Η μυστική προσευχή
Ν. Λυγερός
[Στην ερειπωμένη εκκλησία της Κυθρέας, ένας παππούς δείχνει στα εγγόνια του τα στίγματα του χρόνου…]
Νεοκλής: Παππού, τι έπαθε η εκκλησία;
Πανίκος: Δεν άντεξε τον πόνο μας [Σιωπή]
Νεοκλής: Ήταν τόσο μεγάλος;
Πανίκος: Η δύναμη της εκκλησίας είναι οι άνθρωποι… Δίχως ανθρώπους…
Νεοκλής: Πεθαίνει;
Πανίκος: Όχι αμέσως… Αρχίζουν πρώτα τα βάσανά της… [Χρόνος] Πέφτει ο σταυρός… Η εκκλησία δεν έχει τη δύναμη να τον κρατήσει κοντά στον ουρανό… Ύστερα σωπαίνουν οι καμπάνες…
Νεοκλής: Γιατί; Κουράστηκαν;
Πανίκος: Δεν υπάρχει πια κανείς να τις ακούσει!
Νεοκλής: Μα εγώ ακούω τη σιωπή τους…
Πανίκος: Εσύ ακούς ακόμα και τον πόνο της σιωπής… Όμως οι άλλοι…
Νεοκλής: Τώρα η σκεπή της είναι ο ουρανός μας!
Πανίκος: Και το δάπεδό της η γη μας…
Νεοκλής: Οι τοίχοι προσεύχονται…
Πανίκος: Τι λες παιδί μου;
Νεοκλής: Ακούω την προσευχή τους…
Πανίκος: Κάποιος θα είναι μέσα… Έλα πάμε να δούμε!
Νεοκλής: Δεν είναι μόνο ένας…
[Ο παππούς κι ο εγγονός μπαίνουν μέσα στην εκκλησία. Ο Πανίκος κοιτάζει παντού ενώ το βλέμμα του Νεοκλή έχει καρφωθεί πάνω στις λαβωμένες τοιχογραφίες…]
Πανίκος: Δεν είναι κανείς εδώ! [Σιωπή]
Νεοκλής: Οι καημένοι… [Δακρύζουν τα μάτια του.]
Πανίκος: [Κοιτάζοντας το Νεοκλή] Τι έπαθες; [Βλέποντας τις τοιχογραφίες] Δεν έφυγαν… Μαρτύρησαν δύο φορές.
[Πλησιάζουν μαζί σιωπηλά. Ο μικρός κρατάει το χέρι του μεγάλου. Ο μεγάλος κρατάει το κλάμα του μικρού]
Νεοκλής: Γιατί έχουν τόσες πληγές;
Πανίκος: Γιατί έμειναν μόνοι… [Χρόνος]
Νεοκλής: Και τώρα τι θα γίνει; [Χρόνος] Θα τους αφήσουμε πάλι μόνους;
Πανίκος: Όχι! Τώρα θα τους προστατέψουμε εμείς…
Νεοκλής: Άσπρη μέρα δεν είδαν τα μάτια τους… Τους λυπάμαι…
Πανίκος: Τα βάσανά τους τέλειωσαν τώρα… Θα κλείσουν κι οι πληγές τους…
Νεοκλής: Πρέπει να βρούμε ένα γιατρό για τους άγιους…
Πανίκος: Ξεπέρασαν τόσα βάσανα, δε θα πάθουν τίποτα για λίγες μέρες…
Νεοκλής: [Σε μια κραυγή] Όχι! Τώρα μας έχουν ανάγκη! [Χρόνος] Τώρα που είδαμε πόσο πόνεσαν αυτά τα χρόνια πρέπει να τους βοηθήσουμε!
Πανίκος: Έχεις δίκιο! [Χρόνος] Τώρα είμαστε κι εμείς υπεύθυνοι…
Νεοκλής: Έκρυψαν το Χριστό… Κοίτα! [Ο μικρός δείχνει ένα λευκό σημείο]
Πανίκος: Μα δε βλέπω τίποτα… [Ο μικρός αγγίζει προσεχτικά την τοιχογραφία]
Νεοκλής: [Βγάζοντας ένα κομμάτι μπογιάς] Βλέπεις;
Πανίκος: Αυτοί οι άγιοι είναι θαυματουργοί… Εσύ πώς το ήξερες;
Νεοκλής: Η Προσευχή τους!
Πανίκος: Η προσευχή τους…
Νεοκλής: Θέλουν να ξαναδεί το φως …
Πανίκος: Αυτό έλεγαν;
Νεοκλής: Τίποτα άλλο! Η μόνη τους παράκληση…
Πανίκος: Πρέπει να βιαστούμε τότε… Πρέπει να ξαναρθούμε…
Νεοκλής: Μπορώ να τους φιλήσω;
Πανίκος: Και βέβαια… [Ο παππούς σηκώνει τον εγγονό του για να φιλήσει τις τοιχογραφίες]
Νεοκλής: Πιο ψηλά! Θέλω να τους φιλήσω το πρόσωπο.
Πανίκος: Δεν κάνει παιδί μου…
Νεοκλής: Μα εκεί είναι η πληγές τους! [Χρόνος] Σε παρακαλώ. [Τον σηκώνει πιο ψηλά και φιλά όλους τους αγίους]