4410 - Όταν έλειπαν τα χρώματα
Ν. Λυγερός
Ποιος μπορούσε να φανταστεί ένα ζωγράφο που του έλειπαν τα χρώματα; Κανείς μέσα στην κοινωνία της λήθης και της αδιαφορίας. Γι’ αυτούς, ένας ζωγράφος έχει χρώματα, αλλιώς δεν υπάρχει. Πώς να καταλάβουν ότι η ιδιοκτησία είναι κλοπή; Ενώ οι άνθρωποι βλέπουν μόνο τα χέρια που χρειάζονται πινέλα, μπογιές και τελάρα, όχι για να εκφραστούν όπως νομίζουν οι πολλοί, αλλά για να δώσουν την ευκαιρία σε όλους τους δικούς τους να ζήσουν μαζί το έργο της ανθρωπότητας. Η αγάπη του Vincent για τον αδελφό του, Théo, ήταν μεγαλύτερη από τη φτώχεια του. Τα χρώματα ήταν κι ένας τρόπος επικοινωνίας, ένας ανθρώπινος κώδικας μη κατανοητός από την κοινωνία. Δεν επιλέγουμε τα αδέλφια μας, επιλέγουμε όμως να κρατήσουμε μία σχέση για να μοιραστούμε τη μοναξιά μας. Δεν είναι μία εξάρτηση, αλλά μία επιλογή. Όπως επιλέγουμε τους ανθρώπους μας, επιλέγουμε και τη χρωματική τους επιλογή. Έτσι ο καθένας μπορεί να δει πάνω στον πίνακα τα χρώματα που επέλεξε να κάνει δώρο. Δεν εξετάζει πια τι του ανήκει, αλλά τι χάρισε στην ανθρωπιά του ζωγράφου. Με αυτόν τον τρόπο, η σύνθεση γίνεται και ερμηνεία δίχως εκτέλεση. Κάθε δικός του άνθρωπος γίνεται συνάνθρωπος κι ενισχύει τους δεσμούς της ανθρωπότητας. Διότι σε αυτό το πλαίσιο, δεν υπάρχουν θεσμοί αλλά μόνο δεσμοί. Σε αυτό το πλαίσιο, η ανάμειξη των χρωμάτων παίρνει ένα άλλο νόημα πιο βαθύ. Ο καθένας είναι ένα όργανο που παίζει το δικό του κομμάτι της παρτιτούρας, αλλά μόνο για τους άλλους. Με άλλα λόγια, έχουμε μία ορχήστρα χρωμάτων. Έτσι ο χαμαιλέοντας δείχνει και αναδεικνύει το χρώμα του αοράτου διότι η δική του συμβολή είναι η μόνη που δεν φαίνεται και ο λόγος είναι απλός, είναι μόνο είναι. Όταν ο Vincent εμπλέκει τόσο βαθιά τον Théo μέσα στο έργο του, δημιουργεί πραγματικά την έννοια της συνεργασίας μέσω της άμεσης υλοποίησης. Αυτή η μορφή αλτρουισμού ως επινόηση είναι απλώς ακατανόητη για την κοινωνία. Όπως δεν μπόρεσε να καταλάβει εκείνη την εποχή το έργο του Vincent, δεν μπόρεσε να καταλάβει και τη συνεισφορά του Théo. Δεν μπόρεσε να δει σε αυτά τα αδέλφια, τα σταυραδέρφια των χρωμάτων. Κατά συνέπεια, δεν είχε νόημα γι’ αυτήν, η έλλειψη χρωμάτων. Μόνο οι άνθρωποι που έζησαν ή που ζουν τη δυνατότητα της προσφοράς μπορούν να καταλάβουν τι σημαίνει όταν δεν τους το επιτρέπουν. Αλλιώς, ποιος θα μπορούσε να τους το εξηγήσει; Διότι ο Théo είδε την εξέλιξη του Vincent. Δεν βοήθησε έναν αναγνωρισμένο ζωγράφο, αλλά έναν άγνωστο ζωγράφο που δεν είχε εκείνη τη στιγμή τη δυνατότητα να δείξει το έργο του στην ανθρωπότητα. Κατά συνέπεια, για να κατανοήσουμε καλύτερα τη σχέση τους, θα πρέπει να αναρωτηθούμε αν εμείς θα δίναμε πινέλα, χρώματα και τελάρα σ’ έναν άγνωστο που θα είχε την ικανότητα του ζωγράφου. Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι το μονοπάτι που μας οδηγεί στην ιδιομορφία που αποτελούσε ο Vincent.