4257 - Περί ενός αρμενικού παραμυθιού
Ν. Λυγερός
Στην πρώτη ανάγνωση, τα αρμενικά παραμύθια πάντα μας εκπλήττουν. Δεν είναι τόσο το γεγονός ότι μας κυριεύουν που προκαλεί αυτή την έκπληξη, αλλά μάλλον η προσέγγιση της διήγησης. Τα αρμενικά παραμύθια αποτυπώνονται από μια βαρύτητα που τα καθιστά πολύ ανθρώπινα. Είναι δύσκολο να σκεφτούμε ότι έχουν επινοηθεί για παιδιά. Είναι πιο αληθοφανές να πούμε ότι το κοινό τους είναι στην πραγματικότητα όλος ο αρμενικός λαός. Γι’ αυτό μας συγκινεί τόσο η ανθολογία της φίλης μας Louise Kiffer που είναι ειδική για τα αγριολούλουδα. Και χωρίς αμφιβολία, είναι αλληλένδετα μεταξύ τους διότι τα αρμενικά παραμύθια είναι όπως τα αγριολούλουδα. Δεν τα βρίσκουμε σε κήπους γαλλικού ή αγγλικού τύπου. Είναι ελεύθερα και ανήκουν στην αρμενική φύση. Κι έτσι, πρέπει να πάμε να τα αναζητήσουμε επί τόπου, χωρίς να έχουμε τη δυνατότητα να τα βρούμε σε κάποιο γνωστό μέρος. Τα αρμενικά παραμύθια είναι επίσης μια μορφή διασποράς μέσα στην αρμενική λογοτεχνία. Κάθε συγγραφέας ήθελε να εμπλουτίσει την αρμενική πατρογονική κληρονομιά χωρίς να περιμένει ανταμοιβή. Το χαμόγελο, η χαρά και η έκπληξη των παιδιών αρκούν για την προσφορά του. Τα υπόλοιπα είναι περιττά. Γιατί πάνω απ’ όλα, το παραμύθι είναι ένα δώρο, ένα ανώνυμο δώρο. Αυτό είναι ένα από τα πιο βασικά του παράδοξα. Δημιουργείται σ’ ένα κοινωνικό πλαίσιο, αλλά ξεπερνά τους κανόνες για να απευθυνθεί στα βλαστάρια της ανθρωπότητας, τα παιδιά. Εξάλλου, ο Jacques Brel τα τραγούδησε τόσο όμορφα έστω κι αν έπρεπε να ακουστεί ο Charles Aznavour για να τα καταλάβουμε. Τα παιδιά είναι όλα τα ίδια, μόνο μετά, πολύ μετά… Γι’ αυτό είναι δύσκολο να καταλάβουμε γιατί τα αρμενικά παραμύθια μάς αγγίζουν τόσο. Επειδή κάποιες λεπτομέρειες αρκούν για να μας συγκινήσουν. Όπως όταν βρισκόμαστε μπροστά στις δαντέλες μιας παραδοσιακής στολής. Είναι ο δικός μας τρόπος να ανακαλύπτουμε τη λήθη μιας πραγματικότητας; Είναι η μέθοδός μας για να αναζητούμε αυτή την πραγματικότητα που πέρασε; Ή μήπως είναι η συνείδησή μας για την αρμενοσύνη; Σε κάθε περίπτωση, η διήγηση δεν μπορεί να μας αφήσει αδιάφορους, λες κι αντλεί από τα σπλάχνα μας τους θησαυρούς της γης της πέτρας. Λες κι ο αφηγητής χαράσσει την ανθρώπινη φύση μας για να ανακαλύψει τον πλεγμένο σταυρό που είναι κρυμμένος μέσα μας. Μέσα στα αρμενικά παραμύθια, πρέπει να έχεις μεγάλα μαύρα μάτια για να μπορείς να κλαις μπροστά στα συναισθήματα των παιδιών. Έτσι ξαναβρίσκουμε μέσα μας την ψυχή του Papik και της Tatik την ώρα που διηγούνταν τις ιστορίες στους μικρούς που υπήρξαμε μέσα στο χρόνο. Γιατί είναι ακριβώς αυτό το αγκυροβόλημα μέσα στο χρόνο που μας χαρακτηρίζει. Αθώοι ή δίκαιοι, επιζήσαντες της διασποράς, έχουμε όλοι επίγνωση ότι παρά τη βούληση της υψηλής φρικαλεότητας, είμαστε πάντα εδώ, για να παράγουμε έργο για την ανθρωπότητα ενός λαού αλλά επίσης για το λαό της ανθρωπότητας. Είναι όλο αυτό το σύνολο που ξαναβρίσκουμε μέσα στην ψυχή του αρμενικού παραμυθιού και είναι αυτή την ψυχή που θέλαμε να τιμήσουμε με το παραμύθι Η Φωτεινή και ο Δράκος.