3439 - Η δύναμη της αγάπης
Ν. Λυγερός
Κάθε μέρα που έλειπε η μικρή μούσα, το τεράστιο τέρας που δεν είχε πόδια ούτε χέρια αλλά μόνο μέτωπο, σκεφτόταν όλη τη νύχτα πώς να την αγκαλιάσει δίχως να την πληγώσει. Έπρεπε να της αποδείξει την αγάπη του ακόμα κι αν δεν κοιμόταν, ακόμα κι αν δεν ονειρευόταν.
– Θέλεις να πάμε στη θάλασσα;
– Με ρωτάς; Θα το χαρώ πάρα πολύ… Αλλά τι θα γίνει με το καροτσάκι σου;
– Μην ανησυχείς, το σκέφτηκα ήδη.
– Αχ, τι ωραία! Πότε θα πάμε;
– Σήμερα!
– Σήμερα κιόλας;
– Ναι, τα έχω ετοιμάσει όλα.
Η μικρή μούσα ήταν χαρούμενη και το τεράστιο τέρας ήταν για πρώτη φορά ευχαριστημένο. Βέβαια ήξερε ότι δεν ήταν ακόμα ευτυχισμένη, γιατί δεν της είχε δείξει ότι την αγαπούσε με τον τρόπο που ήθελε. Πόσες νύχτες είχε προσπαθήσει να κοιμηθεί για να την ονειρευτεί και να της το πει την επόμενη μέρα. Δεν μπορούσε να κοιμηθεί γιατί ήθελε να την προστατεύει, και τότε κατάλαβε πόσο κακό ήταν με την ανθρωπιά του.
– Είδες τι ωραία που είναι η θάλασσα;
– Είναι φωτεινή.
– Αν ήξερες πόσο χαίρομαι που μ’ έφερες εδώ!
– Το ξέρω.
– Μακάρι να μπορούσαμε να κάνουμε μπάνιο.
– Θα το κάνουμε και αυτό.
– Και το καροτσάκι;
Το τεράστιο τέρας προχώρησε προς τη θάλασσα με το καροτσάκι του και η μικρή μούσα το ακολούθησε. Δεν μπορούσε να το πιστέψει ότι θα έκαναν μπάνιο μαζί. Όταν το καροτσάκι ακούμπησε τον αφρό της θάλασσας, η μικρή μούσα φοβήθηκε αλλά το τεράστιο τέρας συνέχισε άφοβο. Ήταν πλέον και οι δύο μέσα στη θάλασσα και η μικρή μούσα έκανε σαν τρελή γύρω από το τεράστιο τέρας. Εκείνο την κοίταζε και χαμογελούσε όσο πιο τρυφερά μπορούσε. Σιγά-σιγά, χωρίς να το αντιληφθεί η μικρή μούσα, άφησε το καροτσάκι του και την ακούμπησε με το απαίσιο μέτωπό του. Εκείνη γέλασε και τον έπιασε από το λαιμό. Το τεράστιο τέρας είχε γίνει η σημαδούρα της αγάπης της. Του έριχνε νερό στο πρόσωπο για να παίξουν μαζί κι εκείνο έκλεινε τα μάτια του για να το χαρεί η ομορφιά της ζωής του. Κολυμπούσε γύρω του και ξεκουραζόταν πάνω του.
– Πάμε στον ήλιο τώρα; Πού είναι το καροτσάκι σου;
– Δεν το έχω ανάγκη πια.
– Δεν σε καταλαβαίνω.
– Μέσα στη θάλασσα μπορώ να σ’ αγκαλιάζω χωρίς να σε πληγώνω.
– Ναι, το είδα, αλλά σ’ έχω ανάγκη.
– Έχεις περισσότερο ανάγκη να σ’ ονειρεύομαι.
– Τι είναι αυτά που λες;
– Αυτά που ακούω… Τώρα πλέον θα κοιμηθώ και θα σε ονειρεύομαι κάθε βράδυ.
– Αλήθεια;
– Και κάθε φορά που θα μπαίνεις μέσα στη θάλασσα, θα σ’ αγκαλιάζω, αγάπη μου.