3363 - Σχολικές μονάδες και δυναμικές τάσεις
Φ. Κούσουλας, Ν. Λυγερός
Οι κατηγορίες διευκολύνουν πάντα τα πράγματα ειδικά όταν αποτελούν έναν επιμερισμό του συνόλου των περιπτώσεων. Από μόνες τους δεν μπορούν παρά να έχουν ένα στοιχείο στατικότητας. Κατά συνέπεια, δίχως δημιουργικό εμπλουτισμό, δεν εφαρμόζονται εύκολα στον τομέα της εκπαίδευσης που λειτουργεί εκ φύσεως δυναμικά. Δεν μπορούμε, λοιπόν, να παρουσιάσουμε μία εξαντλητική κατηγοριοποίηση δίχως να πέσουμε στην παγίδα του στατικού. Κάθε τέχνασμα κατηγοριοποίησης είναι αναπόφευκτα καταδικασμένο. Έτσι, η μελέτη των σχολικών μονάδων πρέπει να γίνει μέσω των δυναμικών τάσεων. Με αυτόν τον τρόπο μεταθέτουμε το πρόβλημα των κατηγοριών στους ελκυστές του δυναμικού συστήματος. Έτσι, η μοντελοποίηση του οργανικού χαρακτήρα της σχολικής μονάδας είναι πιο ανθεκτική στις εξαιρέσεις της πραγματικότητας. Μέσα σε αυτό το νέο πλαίσιο, η σχολική μονάδα θεωρείται μέσω ενός δυναμικού πεδίου με δεξαμενές έλξης των ελκυστών. Αποφεύγουμε, λοιπόν, τη στατικότητα του μοντέλου των κατηγοριών και μπορούμε να μελετήσουμε την εξέλιξη της σχολικής μονάδας ως μιας τροχιάς σ’ ένα δυναμικό πεδίο. Για να ορίσουμε ένα από τα απλά μοντέλα αρκεί να χρησιμοποιήσουμε ένα διπλό διπολικό σύστημα. Το πρώτο θα είναι το ζευγάρι αναπαραγωγή-μεταμόρφωση. Το δεύτερο θα αφορά την προσαρμογή με το ζευγάρι μηχανική-αυθεντική. Αυτό το σύστημα επιτρέπει τη μελέτη των προσώπων, των διαδικασιών και του περιβάλλοντος της σχολικής μονάδας. Επιπλέον, έχει κυβερνητικά χαρακτηριστικά εφόσον λειτουργεί με ανάδραση. Συνεπώς, η αλλαγή δεξαμενής έλξης θα παρουσιάζει και μία αλλαγή φάσης της δυναμικής τάσης στο γνωστικό χώρο.
Σε πρώτη φάση, πρέπει να διευκρινίσουμε ότι καμία σχολική μονάδα δεν ανήκει καθαρά σε μία από αυτές τις τάσεις που μπορεί για κάποιον ουδέτερο παρατηρητή να φαίνονται ακραίες ή τουλάχιστον απόλυτες. Η σχολική μονάδα δεν έχει μόνο ένα χρώμα. Χρησιμοποιεί όλη την παλέτα του φάσματος. Η ανάλυση πρέπει να γίνει στο χώρο φάσης για να εντοπίσει χαρακτηριστικά των δυναμικών της σχολικής μονάδας. Σε δεύτερη φάση, μέσω της ταυτοποίησης των χαρακτηριστικών, γίνεται στην ουσία μία διάγνωση της κατάστασης. Με αυτόν τον τρόπο, μπορούμε να προσδιορίσουμε και ποια θα είναι η φυσιολογική τάση της σχολικής μονάδας. Σε τρίτη φάση, θα είναι δυνατόν να προτείνουμε κινήσεις αναδιαμόρφωσης, αναδόμησης και βεβαίως βελτίωσης επιμέρους σημείων της ολικής δομής μέσα από μία κυβερνητική διαδικασία αυτο-αναπροσδιορισμού. Σε τέταρτη φάση, θα εξετάσουμε τις εσωτερικές τριβές που δεν μπορούμε ν’ αποφύγουμε λόγω της δομής του συστήματος. Η μελέτη σε αυτή τη φάση θα μετατραπεί σε διαχείριση κρίσης, η οποία θα επιλυθεί με δημιουργικό τρόπο για να συμπεριληφθεί ο πυρήνας της διδακτικής. Κατά συνέπεια, η όλη σχολική μονάδα εξετάζεται με μία γνωστική προσέγγιση, η οποία μπορεί να γίνει κι εσωτερική με τη χρήση της ιδεοθύελλας για ν’ αποφευχθούν συντηρητικές λύσεις που προκαλούν στατικότητα και συντηρητικότητα, διότι η εξέλιξη είναι απαραίτητη για την ενσωμάτωση και την αφομοίωση νέων γεγονότων. Η σύνθεση των δυναμικών τάσεων της σχολικής μονάδας θα δημιουργήσει μία πολλαπλότητα με χαρακτηριστικές ιδιομορφίες που θα επιτρέπουν τον καθορισμό κρίσιμων σημείων για την τροποποίηση της στρατηγικής συμπεριφοράς της σχολικής μονάδας.