2710 - Ο παράξενος παππούς
N. Lygeros
Ένας παππούς με τον εγγονό του, περπατά σ’ ένα μικρό λιμάνι.
Εγγονός: Παππού!
Παππούς: Τι θέλεις, παιδί μου;
Εγγονός: Τι κοιτάς;
Παππούς: Τη θάλασσά μας. Χρόνος. Εκεί που σπάζει το κύμα.
Εγγονός: Στην πληγή του κυματοθραύστη… Σιωπή.
Παππούς: Δεν είναι πληγή.
Εγγονός: Τι είναι τότε;
Παππούς: Θυσία.
Εγγονός: Ποιος θυσιάζεται;
Παππούς: Η μνήμη του ωκεανού.
Εγγονός: Μα γιατί;
Παππούς: Για να ζήσουν οι άνθρωποι. Σιωπή.
Εγγονός: Γιατί έχουμε δύο χέρια;
Παππούς: Για ν’ αγκαλιάζουμε την ανθρωπιά.
Εγγονός: Γιατί έχουμε δέκα δάχτυλα;
Παππούς: Για να μετρούμε τους φίλους μας.
Εγγονός: Μα είναι τόσο λίγοι;
Παππούς: Είναι σπάνιοι. Χρόνος. Μόνο έτσι αντέχουμε τις πληγές τους.
Εγγονός: Και τα δύο μας πόδια, τι μετρούν;
Παππούς: Την αξία της σκέψης.
Ο παππούς σταμάτησε να περπατά. Κοιτά τον εγγονό του.
Εγγονός: Γιατί σταμάτησες παππού;
Παππούς: Για να δω πόσο μεγάλωσες.
Εγγονός: Μόνο με σένα μεγαλώνω. Οι άλλοι με θεωρούν μικρό ακόμα.
Παππούς: Κοιτάζουν μόνο τα χρόνια και όχι τη θυσία.
Εγγονός: Δεν ξέρουν ότι πρέπει να πεθάνω.
Παππούς: Δεν πειράζει. Πάλι θα τα καταφέρεις. Θα σου δείξω εγώ.
Εγγονός: Γι’ αυτό περπατάμε στο λιμάνι;
Παππούς: Γι’ αυτό κοιτάζουμε τη θάλασσα.
Εγγονός: Πότε θα έρθει η ώρα;
Παππούς: Πρέπει να γεράσεις πρώτα.
Εγγονός: Αφού εσύ ξέρεις.
Παππούς: Πρέπει να σκέφτεσαι και τους άλλους.
Εγγονός: Μα μόνο αυτούς σκέφτομαι.
Παππούς: Πρέπει να το μάθουν και αυτοί.
Εγγονός: Τι πρέπει να κάνω;
Παππούς: Να γράψεις την ιστορία της μνήμης τους.
Εγγονός: Κι αν δεν αρκεί;
Παππούς: Τότε θα γράψεις τον θρύλο τους.
Εγγονός: Τον θάνατο του ωκεανού;
Παππούς: Τη θυσία του Προμηθέα.