19828 - Η ξυπόλυτη απορία. (με Β. Ευαγγελίου)
Β. Ευαγγελίου, Ν. Λυγερός
Δύο φίλοι, έχουν καιρό να ανταμώσουν και σε μία ανηφόρα της Αθήνας, έρχονται πρόσωπο με πρόσωπο. Αυτός που ανεβαίνει την ανηφόρα:
– Χριστέ μου! Μόλις και ήσουν μέσα στο μυαλό μου! Σκεφτόμουν αν έχεις ακόμα εκείνο το αθώο βλέμμα που είχες όταν σε γνώρισα τον Μάιο του 2010.
– Χαίρομαι που σε βλέπω επιτέλους μέσω χαρτιού. Από τότε ήμουν Δίκαιος, όχι αθώος όμως. Μήπως στο βλέμμα μου έβλεπες το δικό σου! Ξέρεις πώς είναι η φιλία…
– Φοβάμαι πως εγώ, δεν είμαι ούτε αθώος, αλλά ούτε και δίκαιος. Γι’ αυτό σε κοιτάζω φίλε μου, τόσο έντονα στα μάτια! Μήπως και κλέψω την δικαιοσύνη που φέρεις εκ γενετής.
– Εσύ είσαι σίγουρα αθώος, αφού αθωώθηκες κι από το δικαστήριο. Αυτό σημαίνει αθώος. Είναι αυτός που κατηγορήθηκε άδικα και αθωώθηκε δίκαια. Γι’ αυτό είμαι μαζί σου, όπου και να είμαι. Άρα δεν έχεις ανάγκη να κλέψεις τη δικαιοσύνη μου, την έχεις πάντα μαζί σου.
– Ναι, δίκιο έχεις. Έχω αθωόχαρτο! Και εσύ το ξέρεις από την αρχή, αφού με βλέπεις μέσω του χαρτιού!
– Το χαρτί σου είναι πάντα λευκό κι ας μελάνιασε η κοινωνία. Για την Ανθρωπότητα είσαι ασπροπρόσωπος! Τώρα που το ξεκαθαρίσαμε, θέλεις να πάμε στο Θησείο;
– Φυσικά και θέλω. Να πιούμε καφέ πολύ γλυκό. Έχω και καραμέλες. Θέλεις να μετρήσουμε τα βήματά μας έως εκεί ή ξέρεις ήδη πόσα θα είναι;
– Εξαρτάται από πόσες καραμέλες έχεις για να είναι γλυκός ο δρόμος.
– Έχω τόσες, που μπορούμε να πάμε κι από Εθνική Οδό. Χαμογελούν.
– Αν το κάνουμε με τα πόδια, θα γίνει μαραθώνιος. Είσαι έτοιμος;
– Ναι φίλε μου έτοιμος είμαι. Άλλωστε αυτό που θυμάμαι πάντα, έντονα από σένα, είναι πως ακόμα και μισό βήμα περπατησιά μαζί σου, μαραθώνιος είναι.
– Ας κάνουμε λοιπόν τα βήματα μας μαζί για να μοιραστούμε τα μισά!
– Οι πιο αγνές μας ρίζες είναι αυτά τα μοιρασμένα βήματα. Τα ξυπόλυτα. Βγάζουν τα παπούτσια. Ξεκίνα εσύ για να δω με γυμνό μάτι πόσο μοιάζει το αποτύπωμα της πατούσας σου, με το αποτύπωμα της αριστερής μου παλάμης.
– Με τα πόδια μας πάνω στη γη ως ρίζες και τα χέρια μας στον ουρανό ως φύλλα δέντρων είμαστε ο δεσμός των γαλάζιων. Δες πόσο μοιάζουμε λόγω ανθρωπιάς. Διότι το χέρι σου και το πόδι μου γράφουν ιστορία πάνω στη θαλάσσια γη.
Ξεκινούν να φτάνουν στο Θησείο, γιατί η αρχή είναι το παν.
Φτάνοντας στο Θησείο, βλέπουν την εξής σκηνή: Μία ηλικιωμένη κυρία με μία σκούπα αχυρένια, να σκουπίζει πάνω σε γρασίδι. Οι φίλοι κοιτιούνται!
-Αυτή είναι σίγουρα δικιά μας, πάμε να την χαιρετίσουμε. Καθαρίζει για τα γενέθλιά σου!
Την πλησιάζουν:
– Πρέπει να είσαι η Κυρία απορία. Ξέρω πως μπορούμε να σου κάνουμε από μία ερώτηση ο καθένας. Πες μου σε παρακαλώ πόσο ετών γίνομαι σήμερα;
– Όσο δεν χωρά κανένας μήνας, απάντησε η Κυρία.
Και ήξεραν και οι δύο πως μόνο στον Μάιο θα μπορούσε να χωρέσει. Αφού είναι ο μικρότερος μήνας σε γράμματα.
Λόγω λεπτότητας!
– Σας θυμάμαι, είπε η Κυρία. Κι έλεγα πότε θα έρθετε ξυπόλυτοι… Γι’ αυτό σκούπιζα…
Πλησιάζουν την Κυρία Απορία και την αγκαλιάζουν. “Γι’ αυτό είναι οι απορίες”, της λένε ταυτόχρονα οι δύο φίλοι. “Για να τις πνίγουμε με αγάπη και γειωμένοι”.
Έτσι αποφάσισαν να την κεράσουν ζάχαρη με λίγο καφέ. Για να της φύγει η πίκρα της ζωής.
Πηγαίνουν και κάθονται σε ένα τραπέζι με δύο καρέκλες. Η Κυρία Απορία, απορεί που θα κάτσει. Πάνω στο τραπέζι φυσικά, της λένε πάλι με μια φωνή.
Η Κυρία μένει με την απορία. Έρχεται το γκαρσόνι.
– Τι θα πάρετε;
– Φέρε μας δύο Ελληνικούς πολύ γλυκούς κι ένα υποβρύχιο για την Κυρία.
Τελικά μένουν οι δυο τους όρθιοι ξυπόλυτοι με τον καφέ στο χέρι και την Κυρία καθισμένη με το υποβρύχιο.
-Γιατί στέκεστε έτσι σαν ζαχαροκάλαμα;
-Κοιτάζουμε τη νίκη της ζάχαρης…
-Είστε χαρούμενη πια…
– Ώστε πίνετε τον ίδιο καφέ. Λέει η Κυρία.
– Ναι. Έτσι μειώνουμε στο ελάχιστο να τους μπερδέψουμε.
– Ακριβώς. Το μόνο που ξέρουμε για τον κάθε καφέ, είναι ποιος ήπιε πρώτος.
Η Κυρία χαμογελάει με απορία.
– Έτσι ξέρουμε και ποιος είναι ο δεύτερος που τον μοιράστηκε μαζί μας. Ένας καφές για δύο σώματα, σαν τη φιλία του Αριστοτέλη.
– Σε αυτήν τη φιλία, είμαστε οι γέροι ή οι στρυφνοί;
– Είμαστε οι Αρχαίοι που δεν παλιώνουν. Αυτοί που δεν ξεχνούν το μέλλον!
-Το υπερμέλλον μας ενδιαφέρει φίλε;
– Από την αρχή έως το τέλος!