1650 - Κύπρος και Συνθήκη της Λωζάννης
Ν. Λυγερός
Για όσους δεν αντιλαμβάνονται ότι στη γεωστρατηγική δεν υπάρχουν ανεξάρτητα δεδομένα όσον αφορά στον ελληνισμό και πιστεύουν ότι πρέπει να υπογράφουμε συνθήκες τις οποίες δεν μπορούμε να εξασφαλίσουμε, θα ήταν καλό να εξετάσουν τουλάχιστον δύο άρθρα της Συνθήκης της Λωζάννης του 1923. Πιο συγκεκριμένα, μετά από την εισβολή και την κατοχή, πρέπει να έχουμε συνεχώς στη σκέψη μας πρώτα το άρθρο 20 :
«Η Τουρκία δηλοί ότι αναγνωρίζει την προσάρτησιν της Κύπρου ανακηρυχθείσαν υπό της Βρεττανικής Κυβερνήσεως την 5ην Νοεμβρίου 1914.»
Ήδη αυτό το άρθρο αναδεικνύει το πρόβλημα της σχέσης που υπάρχει μεταξύ Τουρκίας και Αγγλίας ακόμα και αν η αναφορά στην Κύπρο είναι μόνο έμμεση για μερικούς που αποφεύγουν τα ιστορικά δεδομένα. Όμως το άρθρο 21 είναι ακόμα πιο συγκεκριμένο :
«Οι Τούρκοι, οι εγκατεστημένοι εν τη νήσω Κύπρω κατά την 5ην Νοεμβρίου 1914, θα αποκτήσωσιν, εφ’ οις όροις προβλέπει ο εγχώριος νόμος, την βρεττανικήν ιθαγένειαν, αποβάλλοντες ως εκ τούτου την τουρκικήν.»
Συνεπώς ακόμα και για τους Τούρκους, η Τουρκία θεωρεί ότι είναι Άγγλοι μέσω αυτού του κειμένου, πράγμα που αντιφάσκει με τα τωρινά δεδομένα.
«Θα δύνανται, εν τούτοις, επί δύο έτη από της ενάρξεως της ισχύος της παρούσης Συνθήκης, να ασκήσωσι δικαίωμα επιλογής υπέρ της τουρκικής ιθαγενείας˙ εν τοιαύτη περιπτώσει, δέον να εγκαταλείψωσι την Κύπρον εντός δώδεκα μηνών, αφ’ ης ημέρας ασκήσωσι το δικαίωμα της επιλογής.»
Εδώ το κείμενο διευκρινίζει ότι το τουρκικό στοιχείο αν θέλει να αναγνωριστεί, δεν μπορεί να παραμείνει στην Κύπρο. Για τις άλλες περιπτώσεις προβλέπει το εξής :
«Ωσαύτως αποβάλλουσι την τουρκικήν ιθαγένειαν, οι Τούρκοι υπήκοοι, οι εγκατεστημένοι εν τη νήσω Κύπρω κατά την έναρξιν της ισχύος της παρούσης Συνθήκης, οίτινες κατά την εποχήν αυτήν έχουσιν αποκτήσει ή πρόκειται να αποκτήσωσι την βρεττανικήν ιθαγένειαν, συνεπεία αιτήσεως υποβληθείσης κατά τας διατάξεις της εγχωρίου νομοθεσίας.»
Με αυτά τα στοιχεία είναι πλέον ξεκάθαρο πώς η Συνθήκη αντιλαμβάνεται το θέμα της Κύπρου. Το νησί είναι ενσωματωμένο στο γενικό της πλαίσιο δίχως ιδιαίτερες διακρίσεις όσον αφορά στο τουρκικό στοιχείο. Βέβαια το αγγλικό υπόβαθρο του προβλήματος είναι ήδη εξ ολοκλήρου δομημένο ανεξάρτητα από την ύπαρξη της τελευταίας παραγράφου :
«Εννοείται ότι η Κυβέρνησις της Κύπρου θα δύναται να αρνηθή την βρεττανικήν ιθαγένειαν εις τους αποκτήσαντας, άνευ της αδείας της Τουρκικής Κυβερνήσεως, πάσαν άλλην ιθαγένειαν εκτός της τουρκικής.»
Ενώ όλο το πλαίσιο της Συνθήκης της Λωζάννης παρουσιάζεται με μεγάλη ακρίβεια σχετικά με το κυπριακό θέμα, η ιστορία των ελληνοτουρκικών σχέσεων απέδειξε την ανικανότητά της να σταθεί εμπόδιο στις επεκτατικές τάσεις του τουρκικού καθεστώτος. Το παράδοξο της Συνθήκης είναι ότι παρ’ όλες τις τουρκικές παραβιάσεις, θεωρείται ισχύουσα. Δεν είναι η ιστορία που ξεχνά, μόνο τα άτομα που θέλουν να συμβάλουν στο έργο της λήθης με συμφωνίες που όχι μόνο δεν αποτελούν προόδους αλλά που εφαρμόζονται μονομερώς.