11739 - Η Απάντηση στα κοράκια
Θ. Διακογιάννης, Ν. Λυγερός
Μέσα στη νύχτα
τη ζοφερή τη νύχτα,
την ώρα που ο πυρετός
έκανε να πονούν τα σωθικά μου
που ένοιωθα το άδειο του είναι μου
που και το πνεύμα μου είχε εκμηδενιστεί,
ήρθε του Πόε το κοράκι
με τη μορφή ενός γύπα
να μου χτυπήσει το παράθυρο
της άδειας κάμαρας μου.
Δεν άνοιγα να μπει.
Έτσι μαύρο που ήταν
σκορπούσε φόβο
για το κακό που θα ‘φερνε.
Όμως η μοναξιά μου,
που λαχταρούσε λίγη συντροφιά
μ’ ανάγκασε το φόβο ν’ αποβάλω.
Και τότε,
τρικλίζοντας και παραζαλισμένος
από τον πυρετό που προκαλούσε η αρρώστια
έσπευσα το παράθυρο ν’ ανοίξω.
Όρμησε μέσα
στην άδεια κάμαρα μου το κοράκι
που στα γαμψά του νύχια εκρατούσε
ένα φίδι που ακόμα ξεψυχούσε.
Και σαν να είχε ανθρώπινη λαλιά,
αυτά τα λόγια λέει:
Να τι την κάνω τη σοφία σας,
δες την πώς σπαρταρά
στα νύχια μέσα.
Αιώνες τώρα,
από τα χρόνια,
του Θαλή και του Δημόκριτου,
του Πυθαγόρα και του Ιπποκράτη
του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη
αυτό το φίδι
ως τα σήμερα,
μάζευε τη σοφία των Ελλήνων
που εσείς την εκτιμούσατε αφάνταστα
θαυμάζοντας και που χωρίς βιβλία
ήξερε να κατέχει τη σοφία
και πράξεις να την κάνει.
Όμως εγώ ο παντοκράτης κόρακας
τώρα στα νύχια την κρατώ
και έτοιμος να την κατασπαράξω
για ν’ ακουστεί στον κόσμο όλο, ότι
Keniza i nada,
στάχτη η σοφία των θνητών
μπροστά στη δύναμη του πλούτου
που ειν’ η δική μου δύναμη.
Κείνη την ώρα
γύρισα στο φτωχό μου ανάκλιντρο
κι είδα το άγαλμα της Αθηνάς
που το ‘χα πάντα στον απέναντι μου τοίχο
που το ‘χα πάντα μόνη συντροφιά μου
σαν να ‘ταν ζωντανό,
το δόρυ της να πάλλει.
Αμέσως θάρρεψα
αφανίστηκε η αρρώστια
ο πυρετός κι οι πόνοι
κι έτσι του απάντησα:
Όσους αιώνες κι αν παλεύεις
για να καταστρέψεις
τη σοφία του Eλληνισμού
θα ’χεις απέναντί σου
τη νοημοσύνη του Σωκράτη
του Αρχιμήδη και του Αλέξανδρου
που δεν φοβάται
την εξουσία του κενού
γιατί έχει μελετήσει
το χρυσό σκαραβαίο
και ξέρει όχι μόνο
ότι δεν ξέρει
αλλά κι ότι εσύ
δεν θα ήσουν τίποτα
δίχως την ουσία μας
από τότε που ο Προμηθέας
μαζί με την Αθηνά
ενώθηκαν μέσα στον Χρόνο
για να προστατέψουν
την Ανθρωπότητα
και κανένας γύπας
ή κόρακας δεν μπορεί
να τα βγάλει πέρα
τώρα που τα δεσμά
έγιναν δεσμοί
και που ο βράχος
έγινε δαχτυλίδι
για να δείξει
το μονόπετρο της ανθρωπιάς
που ραγίζει και κόβει
τις προδοσίες
και τους συμβιβασμούς
γι’ αυτό κόρακα
μπορείς να έρθεις
όποτε θες εδώ
έχουμε συνηθίσει
να δίνουμε αγώνα
και για τους ραγιάδες μας
διότι ο Ελληνισμός
είναι δώρο
της Ανθρωπότητας
που δεν λυγίζει
την ώρα της μάχης
αλλά που δυναμώνει
την ώρα της ανάγκης
για να σηκώσει
τον ήλιο της δικαιοσύνης
και να έρθει
η μέρα και το φως
που βλέπεις τώρα.