54711 - Το Έλος των Κύκνων

Ν. Λυγερός

Πριν τον πόλεμο, η βαρβαρότητα χτύπησε τους αθώους. Δεν ήθελε την κατάργηση της δουλείας και όσοι την προωθούσαν αποτελούσαν εμπόδιο για τον σκοτεινό στόχο της. Έτσι τριάντα βάρβαροι ανέβηκαν τον ποταμό για να πιάσουν έντεκα αθώους. Μετά τους πήγαν στο έλος των κύκνων και τους έστησαν σαν να ήταν κατάδικοι ενώ ποτέ δεν είχαν συμμετάσχει σε εχθροπραξίες. Εκεί το ασκέρι της βαρβαρότητας τους πυροβόλησε χωρίς έλεος μόνο και μόνο επειδή ήθελαν την κατάργηση της δουλείας. Δεν είχαν κανένα συμφέρον, ήταν απλοί άνθρωποι που δεν μπορούσαν να δεχθούν τη βάρβαρη εκμετάλλευση των συνανθρώπων τους. Έπεσαν όλοι  κι ακούστηκε το άσμα των κύκνων. Οι βάρβαροι τους άφησαν επί τόπου χωρίς να δώσουν καμία σημασία στα κορμιά τους. Έτσι επέζησε ο αθώος… Μετά από ώρα σηκώθηκε και πάλι είδε γύρω του όλους τους πεθαμένους φίλους του και κατάλαβε ότι ήταν μόνο η αρχή ενός αγώνα ενάντια στη βαρβαρότητα. Έθαψαν όπως μπορούσαν τους δικούς τους, προσευχήθηκαν για αυτούς και κοίταξαν τον ουρανό πάνω από το έλος των κύκνων. Είχε κοκκινήσει και αυτός. Ένιωσε βαθιά μέσα του την πληγή που άφησε η βαρβαρότητα κι αποφάσισε να δώσει τη μάχη της ζωής του.