5265 - Τα χρώματα του πορνείου

Ν. Λυγερός

Μετάφραση από τα γαλλικά: Σάνη Καπράγκου

«Είδα ένα πορνείο, εδώ την Κυριακή

– χωρίς να λογαριάζουμε τις άλλες μέρες –

μια μεγάλη σάλα σε τόνους ζεστού μπλε –

σαν σχολείο χωριού,

καμιά πενηνταριά κόκκινους στρατιώτες

και μαύρους αστούς, με πρόσωπα ενός εντυπωσιακού κίτρινου ή πορτοκαλί,

(τι αποχρώσεις στα πρόσωπα αυτού του τόπου),

οι γυναίκες με υπέροχο μπλε, με ζωηρό ερυθρό,

ό,τι πιο μεστό και πιο κραυγαλέο υπάρχει.

Όλο αυτό φωτισμένο με πορτοκαλί.

Πολύ λιγότερο πένθιμα απ’ όσο οι επίσημοι του ιδίου είδους στο Παρίσι.

Η μελαγχολία δεν υπάρχει στον αέρα αυτού του τόπου.»

Πόσοι σεμνότυφοι και καθαγιασμένοι θρησκόληπτοι

δεν θά ’μεναν έκπληκτοι διαβάζοντας τα λόγια σου

Ακόμη κι αν ήταν οι ίδιοι που σε απομάκρυναν

από τους μεταλλωρύχους, τους εργάτες και τους χωρικoύς

εξαιτίας του υποτιθέμενου ακραίου ζήλου σου

γι’ αυτούς τους φτωχούς στερημένους.

Μα εσύ, αδιάφορος μπροστά στην άδικη κριτική,

γράφεις στον ζωγράφο φίλο σου που ποθεί να γίνει ποιητής,

αυτό που βλέπεις μέσα στο πορνείο του νότου

που δεν είχε τίποτε από τους περιφερόμενους εν ενεργεία στρατιώτες.

Εστιάζεσαι όχι στα ρούχα των γυναικών

και στο βλέμμα των ανδρών αλλά στο χρώμα τους.

Για σένα αυτό το κλειστό σπίτι είναι μια ανοιχτή δομή

όπου τα χρώματα δεν σταματούν να λάμπουν εις πείσμα της δυσωδίας

και του αηδιαστικού χαρακτήρα αυτών των κατακαθιών.

Η δόξα του χρώματος είναι πάντοτε παρούσα,

στο όραμά σου του περασμένου που αναζητά το ερχόμενο

δίχως να σταματά στις λεπτομέρειες της κοινωνίας.

Οι άνδρες και οι γυναίκες δεν είναι πια αχυράνθρωποι

αλλά υπάρξεις με σάρκα και αίμα

ανίκανοι να ζουν δίχως ν’ αγαπούν

και ποσώς ενδιαφέρει ο τόπος, ποσώς ενδιαφέρουν τα λεγόμενα.

Στον κόσμο των χαμένων ψευδαισθήσεων,

σ’ αυτή την εποχή της κόλασης

ο ξανασταυρωμένος χριστός δεν διστάζει να συγχωρεί.